Τα έθνη δεν είναι χορτοφάγα… (απο την Πρωτοβουλία για την ολική άρνηση στράτευσης)

«Τα κράτη με όλους τους ιδεολογικούς και κατασταλτικούς τους μηχανισμούς, οι θεσμοί με όλες τις διαμεσολαβήσεις τους, οι ακαδημίες με όλη την επιστημοσύνη τους, οι θρησκείες με όλη τη μεταφυσική τους, η πατριαρχία με όλη την κανονικότητά της, όπως και κάθε άλλη πτυχή του εξουσιαστικού συρφετού που διαφεντεύει τις ζωές μας συμφωνούν: καθένα εξ αυτών αποτελεί την βαθιά έκφραση του εκάστοτε εθνικού πεπρωμένου. Ενός πεπρωμένου τόσο μοντέρνου και τόσο επινοημένου που για να επιβληθεί στην ιστορία ως “προαιώνιο” και “αληθινό” μακέλεψε μέσα σε δύο αιώνες σχεδόν κάθε γωνιά του πλανήτη, κατακερματίζοντας τον κόσμο σε επιμέρους έθνη και προσφέροντας στην ανθρωπότητα τα πιο απάνθρωπα ανδραγαθήματά της.

Τα έθνη γεννιούνται κατά την ιστορική μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Η όποια «επαναστατική» τους αφετηρία δεν αφορά σε τίποτα άλλο από τη μετάβαση της κυριαρχίας και των εξουσιαστικών σχέσεων από το πλαίσιο των θεοκρατικών αυτοκρατοριών σε αυτό των σύγχρονων κρατών. Γι’ αυτό και από την πρώτη στιγμή της θεμελίωσής τους ως πολιτικές οντότητες (μόλις πριν από δυόμιση αιώνες) ανοίγουν ένα νέο κύκλο υποταγής, εκμετάλλευσης, εξανδραποδισμού και στρατιωτικοποίησης των «από κάτω». Τα εθνικά ιδεώδη (ανα)παράγουν και θεσμίζουν τις ταξικές, φυλετικές, έμφυλες ή πολιτισμικές ιεραρχίες (αστική τάξη, λευκή ανωτερότητα, αρρενωπότητα, θρησκεία, αρτιμέλεια κτλ) υπονομεύοντας την όξυνση του κοινωνικού/ταξικού ανταγωνισμού. Ενώ η ομογενοποίηση των υπηκόων στα εθνικιστικά πρότυπα του εκάστοτε «κυρίαρχου λαού» (είτε με εκτεταμένες εθνοκαθάρσεις και εκτοπισμούς, είτε με τη βίαιη αφομοίωση των «διαφορετικών») έρχεται χέρι-χέρι με την καθυπόταξή τους στην ηγεμονία του κράτους και σε ό,τι αυτή οργανώνει και περιφρουρεί.

Είναι η επιδίωξη της κατάκτησης αυτής ακριβώς της ηγεμονίας (ή αντίστοιχα ο αγνωστικισμός απέναντι σε αυτήν) που επέτρεψε στα έθνη να αποτελούν το φαντασιακό υπόστρωμα κάθε νεωτεριστικού μοντέλου εξουσίας και ως το τέτοια να μονοπωλούν και να εγκλωβίζουν την κοινωνική συνείδηση και τον αγώνα για χειραφέτηση. Η κατάκτηση αυτής της εξουσίας, ως στυγνός αυτοσκοπός, ως δημοκρατική πεμπτουσία ή ως «απαραίτητο στάδιο για τον σοσιαλισμό», διαμορφώνει και τους ανάλογους εναγκαλισμούς με τις εθνικές αυταπάτες. Οι εθνικιστικές και διεθνιστικές αντιλήψεις, ασχέτως των μεταξύ τους διαφορών ή/και συμπτώσεων στη διαχείριση της εξουσίας, στην πραγματικότητα δεν αποτελούν παρά δύο από τα βασικότερα ιδεολογήματα του «εθνικού συμφέροντος». Κι αν στην εν πολλοίς εμφυλιακή ελληνική ιστορία ουδέποτε έλλειψαν οι περιπτώσεις και οι συγκλίσεις της «εθνικής ενότητας» μεταξύ εθνικιστών και διεθνιστών (ή δεξιών και αριστερών αντίστοιχα), τα τελευταία χρόνια αυτές οι συγκλίσεις θεσμίσθηκαν όσο ποτέ άλλοτε, διαμέσου των συγκυβερνήσεων του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης και ειδικότερα της τελευταίας τετραετίας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.»

Απόσπασμα κειμένου που μοιράστηκε σε αντιεθνική παρέμβαση αλληλεγγύης στους ολικούς αρνητές στράτευσης, που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 17 Δεκέμβρη 2018, έξω από το Ινστιτούτο Γκαίτε στην οδό Ομήρου στο κέντρο της Αθήνας, επ’ αφορμής της προγραμματισμένης εκδήλωσης του κυβερνητικού πλυντηρίου «Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς» με τίτλο «Διεθνισμός ή Εθνικισμός» – «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα». Η παρέμβαση πραγματοποιήθηκε ενάντια σε μία ακόμη προσπάθεια ξεπλύματος της βαρβαρότητας του έθνους, του κράτους και του στρατού από τους εκπροσώπους του διεθνισμού, σε μια εποχή που οι ολικοί αρνητές στράτευσης διώκονται ασταμάτητα από τους διεθνιστές της αριστερής διακυβέρνησης (με τον ίδιο ζήλο που επέδειξαν οι «εθνικιστές» προκάτοχοί τους) για την έμπρακτη και κοινωνικά ορατή εναντίωσή τους στις εθνικές αυταπάτες, τον μιλιταρισμό και τον κόσμο της εξουσίας.

Πηγή αναδημοσίευσης : Πρωτοβουλία για την ολική άρνηση στράτευσης