«Κάψτε τους»: για τα ρατσιστικά πογκρόμ του ανθρωπισμού και των νόμπελ ειρήνης. (απο την Πρωτοβουλία για την ολική άρνηση στράτευσης)
«Καταδικάζουμε απερίφραστα κάθε μορφή βίας από όπου κι αν προέρχεται, όμως μην κάνετε το τραγικό λάθος να θεωρείτε ότι το αίτημα της αποσυμφόρησης του νησιού και την απελευθέρωση της πλατείας Σαπφούς προερχόταν από ακραία στοιχεία» Σπύρος Γαληνός, Δήμαρχος Μυτιλήνης
Την ίδια στιγμή που οι 35 μετανάστες της Μόριας δικάζονται στη Χίο σε καθεστώς τρομοκρατίας, απομόνωσης και αποκλεισμού, στη Μυτιλήνη εκατοντάδες μετανάστες/ριες επανήλθαν στην ορατότητα της πλατείας Σαπφούς (την κεντρικότερη πλατεία του λιμανιού), διαμαρτυρόμενοι/ες για τις καθυστερήσεις των διαδικασιών αιτήματος ασύλου και για την ομηρία τους στη Μόρια. Το ίδιο το γεγονός αυτό αλλά και η διαχρονικότητά των άθλιων συνθηκών και των αγώνων των μεταναστ(ρι)ών στη Μόρια, επιβεβαιώνουν από μόνα τους ότι οι 35 δεν διώκονται για κάποια «αξιόποινη πράξη» αλλά για τον κυνικό παραδειγματισμό της εξουσίας απέναντι στους μετανάστ(ρι)ες: όσοι/ες φτάνουν στις ακτές του ελληνικού κράτους, θα αντιμετωπίζονται ως απορρίμματα από τον λευκό, δυτικό, πολιτισμένο ανθρωπισμό, θα αποδέχονται πειθήνια και βουβά μία τέτοια μεταχείριση και σε διαφορετική περίπτωση θα καταστέλλονται με κάθε τρόπο ανά περίσταση. Τις τελευταίες μέρες, η «περίσταση» απαίτησε το μακρύ χέρι του κράτους να εμφανιστεί και να ξεράσει με επιθετικούς όρους τον οχετό των σκατόψυχων. Φασίστες, ρατσιστές και λοιπά λύμματα επιτέθηκαν με πέτρες, ξύλα, φωτοβολίδες και φωτιές σε εκατοντάδες ανθρώπους όλων των ηλικιών, ώστε το κράτος μέσα σε λίγες ώρες να ολοκληρώσει -με μία εκμαυλισμένη κοινωνική νομιμοποίηση- ένα κανονικότατο πογκρόμ στο κέντρο της Μυτιλήνης και να παραδώσει την πλατεία Σαπφούς πίσω στην αβάσταχτη ελαφρότητα της κανονικότητας των τουριστών και των εμπορευμάτων. Σοσιαλδημοκρατία και φασισμός über alles…
Κράτος και παρακράτος, ανθρωπιστές και φασίστες αλληλοδιαδέχονται ο ένας τον άλλον για τη συστημική ομαλότητα. Όπου τα δημοκρατικά προσχήματα -ειδικά μίας αριστερής διακυβέρνησης- αδυνατούν να διαχειριστούν τις αντιφάσεις τους προκειμένου να καταστείλλουν τους «αόρατους», εκεί επιστρατεύονται οι φασιστικές εφεδρείες. Η φαινομενική ρήξη και η οργανική σχέση μεταξύ δημοκρατίας και φασισμού έρχεται να αναδειχθεί -πέραν της ιστορικής μνήμης που ποτέ δεν ξεχνάει τους μεσοπολέμους και τα μεταπολεμικά «δόγματα του σοκ»- από δηλώσεις όπως του δήμαρχου Μυτιλήνης Γαληνού, όπου τα πάντα αντιστρέφονται ώστε οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» αλλά και οι πλήρως συνειδοτοποιημένοι ρατσιστές να εξυπηρετήσουν άψογα τον θεσμικό ρατσισμό. Το νησί της Λέσβου, δια επίσημων χειλιών, δεν συμφορίζεται από τους στρατιωτικούς, τους αξιωματικούς, τους επαγγελματίες ανθρωπιστές, τους μπάτσους, τον Frontex, το ΝΑΤΟ και την υπόλοιπη κουστωδία των «ανθρωπιστών-διαχειριστών του προσφυγικού» -ούτε φυσικά από την κερδοσκοπία των αφεντικών μαζί με τη φτωχοποίηση των ντόπιων- αλλά από ανθρώπους που παρά τη θέλησή τους εγκλωβίζονται στο νησί από αυτούς που με θράσος ύστερα τους κατηγορούν για την παραμονή τους εκεί, σε έναν φαύλο κύκλο ανακύκλωσης και διόγκωσης της ξενοφοβίας. Με τον ίδιο τρόπο, η πλατεία Σαπφούς δεν είναι κατεχόμενη από τον μιλιταρισμό, τα αγήματα και τους κάθε λογής πατριώτες που υποστέλλουν την ανθρώπινη αξιοπρεπεία για την εμπέδωση του εθνικισμού και της μισαλλοδοξίας (σε έναν τόπο όπου κάθε έννοια «ελληνικότητας» ή «τουρκικότητας» αποτελεί τραγελαφική ύβρη στην τεράστια ιστορία και τους αγώνες του) αλλά από τους φτωχοδιαβόλους που αγωνίζονται για το παρόν και το μέλλον τους, ενάντια στην κρατική/καπιταλιστική βαρβαρότητα των στρατοπέδων συγκέντρωσης, του κοινωνικού αποκλεισμού και του καθεστώτος εξαίρεσης.
Ο δήμαρχος έχει ένα κάποιο δίκιο. Τα μισάνθρωπα «αιτήματα» δεν προέρχονται αποκλείστικα από τους φασίστες -ούτε όμως και αφαιρετικά από την «κοινωνία» όπως υπονοείται σε τέτοιου είδους δηλώσεις- αλλά από ένα σύστημα που παράγει τον ρατσισμό και τον φασισμό. Κάτω από τις γραβάτες, τις στολές και τα ράσα του ελληνικού κράτους και της Ε.Ε., των πολιτικών και οικονομικών αφεντικών, του στρατού, των μπάτσων, των Μ.Μ.Ε. και της εκκλησίας, το μήνυμα «κάψτε τους» έχει μεθοδικά εντυπωθεί μέσω του λόγου και του έργου όλων αυτών των τοπικών, εθνικών και ευρωπαϊκών εκπροσώπων των αντιμεταναστευτικών δογμάτων και των «καθαρών χώρων», με τα κάθε «ακραία στοιχεία» να αποτελούν απλά τους ανερυθρίαστους εκφραστές του. Άλλωστε, κάθε άλλο παρά… «τραγικό λάθος» δεν ήταν ένα ακόμα ραντεβού της φασιστικής πανούκλας στο παραδοσιακό εθνικό ραντεβού του στρατιωτικού αγήματος της Κυριακής στο λιμάνι της Μυτιλήνης για την υποστολή της ελληνικής σημαίας απέναντι από την «μόνιμη απειλή» του -έταιρου ήμισυ στον ελληνικό εθνικισμό- τουρκικού κράτους. Από κει κι ύστερα, οι δήθεν «απερίφραστες καταδίκες» μίας βίας που το ίδιο το σύστημα εκκολάπτει, υποθάλπτει, δικαιολογεί και νομιμοποιεί, σε κάθε στιγμή του 24ώρου, μας αφήνουν παγερά αδιάφορους/ες. «Καταδίκες» που παράλληλα κλείνουν το μάτι στον φασιστικό συρφετό, καθώς δια στόματος του δημάρχου και πάλι, οι μετανάστες έκαναν ότι μπορούσαν για να αναστατώσουν την τοπική κοινωνία, ώστε να υπάρξουν αντιδράσεις και να πιέσουν για την προώθησή τους στην ηπειρωτική χώρα. Όπως και ότι κάποιοι από τους πρόσφυγες άρχισαν να τραβούν φωτογραφίες (από την συγκέντρωση των «πολιτών») και η κίνηση αυτή εκλήφθηκε ως απειλητική. Η μόνη «απερίφραστη καταδίκη» λοιπόν συντελέστηκε πάνω στους μετανάστ(ρι)ες που αφού δέχθηκαν ένα πογκρόμ κρατικής και φασιστικής βίας, βρέθηκαν αμέσως μετά σε καθεστώς σύλληψης με απόδοση κατηγοριών απείθιας και κατάληψης δημόσιου χώρου. Μία πλήρης αποτύπωση ενός ακόμα κατασταλτικού σχεδίου ολοκληρωτικών καταβολών, υπό αριστερή διαχείριση.
Από τη Μόρια έως την Πέτρου Ράλλη και από την πλατεία Σαπφούς έως την πλατεία Βικτωρίας, Αλληλεγγύη στους μετανάστ(ρι)ες.
Μέχρι το γκρέμισμα κάθε κέντρου κράτησης και κάθε φυλακής.
Πηγή αναδημοσίευσης : http://olikiarnisi.espivblogs.net